Συχνές ερωτήσεις
για το γλαύκωμα
Θυμηθείτε: Ο οφθαλμίατρος είναι πάντα η καλύτερη πηγή για να σας δώσει υπεύθυνες απαντήσεις σε θέματα που αφορούν την υγεία των ματιών σας.
Απευθυνθείτε στο Κέντρο μας για ολοκληρωμένη πληροφόρηση.
Γλαύκωμα είναι η πάθηση του οφθαλμού που χαρακτηρίζεται από την προοδευτική καταστροφή του οπτικού νεύρου. To γλαύκωμα προκαλείται όταν το υγρό που κυκλοφορεί μέσα στο μάτι -υδατοειδές υγρό όπως αποκαλείται – συσσωρεύεται λόγω κακής αποχέτευσής του, με αποτέλεσμα την αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Η υψηλή πίεση μέσα στο μάτι πιέζει τα αγγεία που τρέφουν το οπτικό νεύρο του ματιού με αποτέλεσμα να προκαλούνται σημαντικές αλλοιώσεις στην όραση. Εάν η ενδοφθλάλμια πίεση παραμείνει πολύ υψηλή, για μεγάλο χρονικό διάστημα, περισσότερα νευρικά κύτταρα καταστρέφονται και το οπτικό πεδίο περιορίζεται. Εάν η κατάσταση αυτή δεν διαγνωστεί έγκαιρα, μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη τύφλωση.
Αν και καθένας μπορεί να πάθει γλαύκωμα, ορισμένοι άνθρωποι βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο από ό,τι άλλοι. Σε αυτούς περιλαμβάνονται :
- Όσοι έχουν ιστορικό γλαυκώματος στην οικογένειά τους. ΄Ερευνες έδειξαν ότι περίπου 10% των στενών συγγενών,όσων έχουν γλαύκωμα, είναι γλαυκωματικοί
- Όσοι είναι διαβητικοί
- Όσοι έχουν υψηλή ενδοφθάλμια πίεση
- Όλοι πάνω από την ηλικία των 60 ετών
- Ατομα που ανήκουν στη μαύρη φυλή, άνω της ηλικίας των 40 ετών
Yπάρχουν αρκετές μορφές γλαυκώματος. Οι πιο συνηθισμένες μορφές είναι το χρόνιο ή απλό γλαύκωμα, το οξύ, το δευτεροπαθές, το χαμηλής πίεσης γλαύκωμα και το συγγενές.
- Το απλό ή χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας είναι η πιο κοινή μορφή. Περίπου 90% των γλαυκωματικών υποφέρουν από αυτή τη μορφή. Οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν γλαύκωμα ανοικτής γωνίας αισθάνονται καλά και έχουν ικανοποιητική όραση. Συνήθως δεν υπάρχουν πρώϊμα συμπτώματα. Εξελίσσεται σιγά και συχνά περνά απαρατήρητο για μήνες ή και χρόνια, προκαλώντας σταδιακή χειροτέρευση της όρασης. ΄Ετσι, εάν το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική απώλεια της όρασης ενώ μερικές φορές γίνεται αντιληπτό μόνο αφού έχει ήδη προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι αυτή η μορφή γλαυκώματος ανταποκρίνεται θετικά σε θεραπεία που συνεχίζεται συνήθως εφ’όρου ζωής, ώστε να ρυθμίζεται διαρκώς η πίεση του ματιού.
- Το οξύ ή κλειστής γωνίας γλαύκωμα είναι λιγότερο συνηθισμένος τύπος γλαυκώματος. Διαφέρει σημαντικά από το χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας αφού η πίεση του ματιού ανεβαίνει ξαφνικά πολύ γρήγορα. Τα συμπτώματα στο οξύ γλαύκωμα – έντονος πονοκέφαλος, ουράνιο τόξο γύρω από τα φώτα το βράδυ, λάμψεις- απαιτούν άμεση ιατρική αντιμετώπιση γιατί ξαφνική αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές άμεσες βλάβες της όρασης. Η αντιμετώπιση στο γλαύκωμα κλειστής Γωνίας ή οξύ γλαύκωμα συνήθως συνίσταται σε μικροχειρουργική ή σε θεραπεία με Laser – μέτρα συνήθως πολύ επιτυχή και με μεγάλη διάρκεια.Παρόλα αυτά όμως, ακόμα και αν το γλαύκωμα κλειστής γωνίας έχει αντιμετωπισθεί με επιτυχία, οι τακτικοί έλεγχοι είναι απαραίτητοι αφού είναι πιθανόν να αναπτυχθεί μετά από καιρό χρόνιο γλαύκωμα.
- Το δευτεροπαθές γλαύκωμα μπορεί να συμβεί ως αποτέλεσμα τραυματισμού στο μάτι, φλεγμονής ή όγκου και σε προχωρημένες περιπτώσεις καταρράκτη ή διαβήτη. Το γλαύκωμα αυτού του τύπου μπορεί να είναι ήπιο ή σοβαρό. Οι μέθοδοι θεραπείας εξαρτώνται από το εάν είναι οξύ ή χρόνιο και οι γιατροί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρωτογενές αίτιο που οδήγησε σε αυτόν τον τύπο γλαυκώματος.
- Το χαμηλής πίεσης γλαύκωμα είναι πολύ σπάνιος τύπος γλαυκώματος. Το οπτικό νεύρο του ματιού καταστρέφεται ακόμα και αν η ενδοφθάλμιος πίεση είναι χαμηλή.
- Στο συγγενές γλαύκωμα τα παιδιά που εμφανίζουν με την γέννησή τους το πρόβλημα, παρουσιάζουν συμπτώματα όπως θολά μάτια, φωτοευαισθησία και δακρύρροια. Η ορθή αντιμετώπιση σε αυτές τις ηλικίες είναι χειρουργική αφού οι παρενέργειες των φαρμάκων στα παιδιά είναι άγνωστες. Η χειρουργική επέμβαση συνήθως είναι ασφαλής και αποτελεσματική.
1o στάδιο: Το γλαύκωμα συνήθως στα πρώϊμα στάδια δεν προκαλεί συμπτώματα. Ετσι, ελλείμματα του οπτικού πεδίου δεν υπάρχουν πάντοτε κατά τα πρώϊμα στάδια της νόσου.
2o στάδιο: Με τη πάροδο του χρόνου, η βλάβη των οπτικών ινών εκδηλώνεται με βαθμιαία απώλεια της περιφερικής όρασης.
3o στάδιο: Καθώς το γλαύκωμα εξελίσσεται, αναπτύσσονται περιοχές σοβαρά μειωμένης αντίληψης στο εκτός “κεντρικής περιοχής” τμήμα του οπτικού πεδίου, επιτρέποντας τελικά στο πάσχοντα να βλέπει μόνο το κεντρικό τμήμα μιας εικόνας λόγω περιορισμού της περιφερικής όρασης.
4o στάδιο: Αν δεν ανακαλυφθεί έγκαιρα το γλαύκωμα ή αν η θεραπεία συνεχώς παραμελείται, τότε η βλάβη από τη περιφέρεια επεκτείνεται και προς το κέντρο.
5o στάδιο: Με τη πάροδο του χρόνου το γλαύκωμα μπορεί να καταλήξει σε μόνιμη τύφλωση.
Ο κοινότερος τύπος γλαυκώματος (χρόνιο ή πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοικτής γωνίας) δεν παρουσιάζει συνήθως συμπτώματα στα πρώϊμα στάδια. Μάλλον η νόσος προχωρεί σταθερά με ανώδυνη και βραδεία απώλεια της περιφερικής όρασης. Μερικές φορές μπορεί να επακολουθήσει μόνιμη τύφλωση.
Oι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι εάν η πίεση του ματιού τους είναι αυξημένη παρουσιάζουν γλαύκωμα. Αυτό όμως δεν είναι πάντα αλήθεια. Η υψηλή ενδοφθάλμια πίεση αυξάνει τις πιθανότητες για την ύπαρξη γλαυκώματος δεν σημαίνει όμως ότι όποιος έχει υψηλή πίεση έχει και γλαύκωμα. Εάν κάποιος έχει ή δεν έχει γλαύκωμα εξαρτάται από το επίπεδο της πίεσης που μπορεί να ανεχθεί το οπτικό του νεύρο χωρίς να πάθει ζημιές. Αυτό το επίπεδο είναι διαφορετικό για τον καθένα. Αν και η φυσιολογική ενδοφθάλμια πίεση κυμαίνεται ανάμεσα στο 12-21mm Hg, υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι παρουσιάζουν γλαύκωμα ακόμα και αν η πίεσή τους βρίσκεται μέσα σε αυτό το διάστημα. Το γεγονός αυτό επιβάλλει λεπτομερή έλεγχο από τον οφθαλμίατρο.
Προκειμένου ο οφθαλμίατρος να διαγνώσει το Γλαύκωμα, θα σας υποβάλλει στις ακόλουθες εξετάσεις:
- Τονομέτρηση. Η τονομέτρηση γίνεται προκειμένου να μετρηθεί η ενδοφθάλμια πίεση. Η συνηθισμένη αυτή εξέταση καθορίζει την πίεση του υδατοειδούς υγρού μέσα στο μάτι. Μία μέθοδος για την συγκεκριμένη εξέταση είναι η χρήση τονόμετρου επιπεδώσεως ενώ μία άλλη βασίζεται σε “ώση αέρα” που μετρά την αντίσταση του βολβού του ματιού όταν σε αυτό προσπέσει μία σταθερή ποσότητα αέρα (τονόμετρο αέρα). Οι φυσιολογικές πιέσεις συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 12-22 mmHg.(τo “mmHg” αναφέρεται σε “χιλιοστά υδραργύρου” που είναι η μονάδα μέτρησης της πίεσης του ματιού).
- Προκειμένου να εξετάσει ο οφθαλμίατρος το εσωτερικό του ματιού σας και ειδικά το οπτικό νεύρο θα χρησιμοποιήσει ένα ειδικό όργανο, το οφθαλμοσκόπιο.
Εάν κριθεί απαραίτητο, θα ενστάξουν σταγόνες στο μάτι σας προκειμένου να διασταλεί η κόρη. Κατόπιν ο ιατρός θα κρατήσει κοντά στο μάτι σας ένα ειδικό όργανο – το οφθαλμοσκόπιο. Το οφθαλμοσκόπιο το οποίο θα φωτίσει και θα μεγενθύνει το εσωτερικό του ματιού, θα βοηθήσει τον ιατρό να κοιτάξει μέσα από την κόρη και να ερευνήσει τη μορφολογία του οπτικού νεύρου. Νεύρο που παρουσιάζεται “άσπρο” ή “κοίλο” ή δεν έχει το υγιές ροζ χρώμα αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη γλαυκώματος.
Εάν η ενδοφθάλμιος πίεση δεν είναι μέσα στα φυσιολογικά όρια ή το οπτικό νεύρο παρουσιάζει ασυνήθιστα χαρακτηριστικά, ο οφθαλμίατρος του Κέντρου μας θα σας προτείνει να κάνετε δύο ειδικές εξετάσεις για το γλαύκωμα : αυτόματη περιμετρία (οπτικά πεδία) και γωνιοσκοπία.
- Η αυτόματη περιμετρία (τα οπτικά πεδία) είναι ένα ειδικό τεστ με το οποίο καταγράφεται ολόκληρο το πεδίο της όρασης . Αλλοιώσεις οι οποίες οφείλονται στο γλαύκωμα εμφανίζονται στο οπτικό πεδίο και επισημαίνουν την έκταση του προβλήματος.
- Η τομογραφία των οπτικών θηλών (HRT) είναι μια μη επεμβατική μέθοδος καταγραφής της μορφολογίας της οπτικής θηλής. Είναι απαραίτητη για την πρώϊμη διάγνωση του γλαυκώματος σε ασθενείς που δεν παρουσιάζουν αλλοιώσεις στα οπτικά πεδία. Με την τοπογραφία των οπτικών θηλών αναγνωρίζονται οι ασθενείς των οποίων η ανατομική κατασκευή του οπτικού τους νεύρου μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη γλαυκώματος.. Αποτελεί μια αξιόπιστη μέθοδο για την καταγραφή, την παρακολούθηση και τη συγκριτική μελέτη στη διάγνωση και διαχρονική εξέλιξη του γλαυκώματος.
- Με την γωνιοσκοπία ο οφθαλμιατρος θα ελέγξει εάν η γωνία όπου η ίρις συναντά τον κερατοειδή είναι “κλειστή” ή “ανοικτή”. Αυτό βοηθά τον ιατρό να εντοπίσει εάν το γλαύκωμα είναι χρόνιο ή οξύ. Κατά την εξέταση αυτή χρησιμοποιούνται αναισθητικές σταγόνες και εφαρμόζεται στο μάτι σας ένας φακός επαφής. Ο φακός αυτός επιτρέπει στον ιατρό να δει μέσα στο μάτι και να εντοπίσει εάν η γωνία ανάμεσα στην ίριδα και το κερατοειδή είναι κλειστή ή στενή (γλαύκωμα κλειστής γωνίας) ή ευρεία και ανοικτή (γλαύκωμα ανοικτής γωνίας). Επίσης με την εξέταση αυτή μπορεί να παρατηρήσει και άλλες αιτίες του γλαυκώματος.
Αν και δεν υπάρχει οριστική θεραπεία του Γλαυκώματος, το Γλαύκωμα μπορεί να ελεχθεί εφαρμόζοντας διάφορους τρόπους θεραπείας. Ετσι, η πρώιμη διάγνωση και θεραπεία είναι απαραίτητες για να προστατευθεί η όρασή σας.
Οι μέθοδοι θεραπείας του Γλαυκώματος περιλαμβάνουν:
Φαρμακευτική αγωγή: Τα φάρμακα αποτελούν την πιο κοινή και πρώϊμη θεραπεία του Γλαυκώματος. Είναι σε σταγόνες ή χάπια. Ορισμένα μειώνουν τη παραγωγή υγρών του οφθαλμού, ενώ άλλα μειώνουν την πίεση επιβοηθώντας την αποχέτευση υγρού από το μάτι. Τα αντιγλαυκωματικά φάρμακα μπορεί να λαμβάνονται πολλές φορές την ημέρα χωρίς να προκαλούν στους περισσότερους προβλήματα. Μερικά όμως από αυτά είναι δυνατόν να προκαλέσουν κεφαλαλγίες ή άλλες παρενέργειες. Οι σταγόνες μπορεί να προκαλέσουν αίσθημα νυγμών, καύσο (κάψιμο) ή και ερυθρότητα του ματιού. Μπορείτε να ζητήσετε από τον οφθαλμίατρό σας να σας δείξει τον τρόπο εφαρμογής των σταγόνων, ενώ πρέπει να τον ενημερώσετε και για τυχόν φάρμακα που παίρνατε πριν την έναρξη της αντιγλαυκωματικής αγωγής. Υπάρχουν πολλά φάρμακα για το Γλαύκωμα. Αν έχετε κάποιο πρόβλημα με ένα από αυτά να το αναφέρετε στον ιατρό σας ώστε ή να τροποποιήσει την δόση ή να αλλάξει το φάρμακο. Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζετε ότι πρέπει να βάζετε τις σταγόνες ή να παίρνετε τα χάπια για μεγάλο χρονικό διάστημα -όσο χρειάζεται για να ελέγχεται η πίεσή σας- διότι δυστυχώς πολλοί ξεχνούν ή και διακόπτουν τη θεραπεία επειδή το Γλαύκωμα συχνά δεν παρουσιάζει συμπτώματα.
Χειρουργική με Laser (ή τραμπεκουλοπλαστική με Laser): Η χειρουργική με Laser βοηθά στην αποχέτευση του υγρού από το μάτι. Αν και ο ιατρός μπορεί να συστήσει Laser οποτεδήποτε, συχνά γίνεται αφού δοκιμαστεί η φαρμακευτική αγωγή. Πολλές φορές μπορεί να απαιτηθεί η λήψη φαρμάκων ακόμη και μετά την εφαρμογή του Laser. Η θεραπεία εφαρμόζεται στο ιατρείο αφού ενστάξουν στο μάτι αναισθητικές σταγόνες. Με το Laser δημιουργείται στη γωνία του ματιού μεγαλύτερο άνοιγμα των οπών αποχέτευσης. Με το άνοιγμα αυτό των οπών η αποχέτευση βελτιώνεται σημαντικά. Μετά τη θεραπεία ο ιατρός θα ελέγξει τη πίεση και μπορεί να δώσει σταγόνες για το σπίτι αν πονά το μάτι ή αν υπάρχει οίδημα. Θα πρέπει να τον επισκεφθείτε αρκετές φορές μετά, προκειμένου να ελεγχθεί η πίεσή σας. Αν έχει γίνει θεραπεία με Laser σε όλο το αποχετευτικό σύστημα, τότε η επανάληψη του είναι ανώφελη. Από μελέτες έχει αποδειχθεί πως το Laser είναι επιτυχές για τη μείωση της πίεσης, αλλά με την πάροδο του χρόνου, το αποτέλεσμα μειώνεται, έτσι ώστε, μετά τη διετία η πίεση αυξάνεται πάλι σε περισσότερο από 50% των ασθενών.
Καθιερωμένη Χειρουργική: Ο σκοπός της εγχείρησης είναι να δημιουργηθεί μία οπή για την αποχέτευση του ενδοφθαλμίου υγρού. Αν και μπορεί να γίνει οποτεδήποτε, συνήθως εφαρμόζεται όταν αποτύχει η φαρμακευτική ή και η αγωγή με Laser. Για αρκετό διάστημα μετά την εγχείρηση θα πρέπει να ενσταλάζονται σταγόνες προκειμένου να αντιμετωπιστεί πιθανός κίνδυνος μόλυνσης και οιδήματος. Επίσης, είναι απαραίτητες οι τακτικές επισκέψεις στον ιατρό, γεγονός μεγάλης σημασίας, ιδίως τις πρώτες εβδομάδες μετά την εγχείρηση. Σε ορισμένους ασθενείς η χειρουργική επέμβαση είναι αποτελεσματική σε ποσοστό 80-90% . Αν όμως το άνοιγμα κλείσει και πάλι τότε μπορεί να χρειαστεί επανάληψη της επέμβασης. Θα πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι η εγχείρηση του Γλαυκώματος περισώζει μεν την όραση που έχει απομείνει, χωρίς να την βελτιώνει ενώ είναι πιθανόν αυτή να μειωθεί και κάτω από το προεγχειρητικό επίπεδο.
Οι περισσότεροι ασθενείς που έχουν γλαύκωμα δεν αντιλαμβάνοναι κάποιο σύμπτωμα παρά μόνο όταν ήδη έχουν χάσει ένα σημαντικό μέρος από την όρασή τους. Η χαμένη όραση από το γλαύκωμα δεν ανακτάται ποτέ. Για το λόγο αυτό -κυρίως τα άτομα άνω των 40 ετών- θα πρέπει να εξετάζονται τακτικά, μία ή δύο φορές το χρόνο. Μόνο ο οφθαλμίατρος μπορεί να εντοπίσει γλαυκωματικές αλλοιώσεις, υποβάλλοντας τον ασθενή σε σειρά εξετάσεων. Επιπλέον, σε ασθενείς που έχουν γλαύκωμα επιβάλλεται η τακτική εξέταση του οπτικού νεύρου και των οπτικών πεδίων με σκοπό τη συνεχή αξιολόγηση του γλαυκώματος και τον έλεγχό του με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.